Η αγροτική παραγωγή παραμένει ένα σπουδαίο τμήμα της ελληνικής οικονομίας, χωρίς να λείπουν οι προκλήσεις και τα προβλήματα, μερικά από τα οποία αναδεικνύονται και από τις πρόσφατες κινητοποιήσεις των Ελλήνων αγροτών και κτηνοτρόφων σε συγχρονισμό με τους Ευρωπαίους ομολόγους τους, οδηγώντας σε πτώση της απασχόλησης στον κλάδο.
Σύμφωνα με στοιχεία από την τελευταία απογραφή του πρωτογενούς τομέα, το 2021, προκύπτει πως η γεωργία (σ.σ. αγρότες, κτηνοτρόφοι) μαζί με τους τομείς της δασοκομίας και της αλιείας δημιούργησε ακαθάριστη προστιθέμενη αξία μεγέθους 7,13 δισ. ευρώ, η οποία αντιστοιχεί στο 3,9% του ΑΕΠ, σταθερά πάνω από τον μέσο όρο των χωρών της ΕΕ όπου κυμαίνεται στο 1,6%, με τις γεωργικές εκμεταλλεύσεις της χώρας μας (684.950) να αντιστοιχούν στο 6,66% του συνολικού ευρωπαϊκού αριθμού.
Εδώ θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και οι επιδράσεις της δεκαετούς κρίσης στα μεγέθη της ελληνικής οικονομίας. Όπως είχε αναδείξει μελέτη της διαΝΕΟσις το 2019 οι συνέπειες της κρίσης ήταν αρκετά μικρότερες σε σχέση με άλλους παραγωγικούς κλάδους. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι διατήρησε το συνολικό παραγωγικό μέγεθός του σε όλη τη δεκαετία, ενώ, λόγω και της μεγάλης πτώσης του ΑΕΠ, η σημασία του στη συνολική οικονομία αυξήθηκε. Σε σχέση με το 2008, για παράδειγμα, το ΑΕΠ της χώρας το 2021 ήταν μικρότερο κατά σχεδόν 25%, ενώ την ίδια χρονιά η συμβολή της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας της γεωργίας ήταν 2,8%.
Η απασχόληση στη γεωργία
Παρά τον σημαντικό ρόλο που παίζει η γεωργία στην ελληνική οικονομία, η απασχόληση σε αυτή βαίνει μειούμενη. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ευρωπαϊκής στατιστικής υπηρεσίας για την συνολική εισροή εργατικού δυναμικού στον κλάδο, από τις 98,31 μονάδες το 2019 υπήρξε μία σύντομη αύξηση εργατικού δυναμικού το 2012 στις 103,74 μεσούσης της μνημονιακής κρίσης, η οποία εν μέρει μπορεί να εξηγηθεί από την «επιστροφή στο χωριό» πολλών νέων εξαιτίας της μεγάλης ανεργίας.
Ωστόσο, η πορεία έκτοτε έχει αντιστραφεί. Το 2017 το εργατικό δυναμικό «πέφτει» στις 95,66 μονάδες και το 2018 ακόμα χαμηλότερα στις 89,45 μονάδες. Το 2021, στο μέσο της πανδημίας, η συνολική εισροή του εργατικού δυναμικού στην αγροτική παραγωγή μειώνεται 76,32 μονάδες, και με βάση τα στοιχεία του 2023, το μέγεθος υποχώρησε περαιτέρω σε 72,67 μονάδες.
Φυσικά, αν και δεν μπορεί να παραγνωριστεί η «μαύρη απασχόληση» η οποία δεν μπορεί να καταγραφεί, τα παραπάνω νούμερα είναι ενδεικτικά της τάσης, και αντανακλά τις αυξανόμενες δυσκολίες της αγροτικής παραγωγής που αποθαρρύνουν από την ενασχόληση με αυτή (υψηλά λειτουργικά κόστη, δυσκολία προσαρμογής στις ευρωπαϊκές «πράσινες» πολιτικές, κλιματική κρίση κ.α.) αλλά και η δημογραφική γήρανση του αγροτικού πληθυσμού.
Σε μέτρια επίπεδα κινείται και το αγροτικό εισόδημα στην Ελλάδα, συγκριτικά με το ειδικό βάρος που έχει για την ελληνική οικονομία, δείγμα των προβλημάτων εκσυγχρονισμού και παραγωγικότητας.
Σύμφωνα με τη Eurostat, το 2009, στην έναρξη της κρίσης, το συνολικό αγροτικό εισόδημα σε πραγματικές τιμές ανερχόταν στα 6,824 δισ. ευρώ. Το 2012 ήταν οριακά χαμηλότερο στα 6,815 δισ. ευρώ. Το 2017 και το 2018, χρόνια που η Ελλάδα «βγαίνει» από τα μνημόνια, παρατηρείται μεταβλητότητα με αρχικά 7,045 δισ. ευρώ και το επόμενο έτος πτώση στα 6,7 δισ. ευρώ.
Το 2020 το αγροτικό εισόδημα αυξάνεται στα 7,2 δισ. ευρώ, προτού υποχωρήσει την επόμενη «πανδημική» χρονιά στα 6,8 δισ. ευρώ. Τέλος το 2022 καταγράφεται μία άνοδος στα 7,4 δισ. ευρώ και πέρυσι υπάρχει μία πτώση κατά μισό δισ. ευρώ στα 6,9 δισ.
Αυτό είναι και το 6ο υψηλότερο αγροτικό εισόδημα στην ΕΕ μετά από την Ισπανία (26,7 δισ. ευρώ), Γαλλία (26,1 δισ. ευρώ), Ιταλία (25,2 δισ. ευρώ), Γερμανία (18,8 δισ. ευρώ), Πολωνία (10,2 δισ. ευρώ).
Όπως επισημαίνει η μελέτη της διαΝΕΟσις το ατομικό γεωργικό εισόδημα το 2019 έφτασε στο 94,4% του μέσου μισθού των εργαζομένων στο σύνολο της οικονομίας (45,45% σε ΕΕ-27) από 71,8% που ήταν το 2008.
Επισημαίνει, ωστόσο, πως αυτό οφείλεται τόσο στην πτώση των μισθών τα χρόνια της κρίσης όσο και στη μείωση των γεωργών, αλλά, σε κάθε περίπτωση, φαίνεται πως το γεωργικό εισόδημα έχει στέρεες βάσεις, αν και υπάρχουν διακυμάνσεις στους επιμέρους τομείς προϊόντων.
Σημειώνεται ακόμα πως θα πρέπει να ληφθεί υπόψη πως το δηλωθέν εισόδημα από ασκούντες επιχειρηματική δραστηριότητα αντιστοιχεί μόλις στο 4% των συνολικών δηλωθέντων εισοδημάτων.
Πηγή: newsit.gr